- πανδούροι
- οιάτακτοι ένοπλοι μισθοφόροι που δρούσαν κατά τη διάρκεια τών πολέμων τού 18ου αιώνα στην Ευρώπη και ιδίως στις κατεχόμενες από τους Αψβούργους χώρες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πάνδουροι — πάνδουρος three stringed lute masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)